Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2016

Δ. Σύντομο

Άκουγα τη φωνή μου ν ακολουθεί πάντα μετά τη φωνή σου. Τα γέλια μας ν αναμειγνύονται και να χουμε πια το κοινό μας γέλιο. Απολάμβανα τους χορούς και τις χαρές και την εικόνα μας που φαινόταν στις γυαλιστερές τζαμαρίες. Μ άρεσε η φασαρία και η ζέστη. Μ άρεσε να φοράω μόνο πράσινο που ήταν το χρώμα σου. Και ξαφνικά κάποιος γύρισε το διακόπτη. Χαμήλωσε την έντασή μας, σχεδόν μας έκλεισε. Κι έμεινα να φωνάζω και να γελάω μόνη μου χωρίς αποδέκτη. Να προσπαθώ να γελάω όλο και πιο δυνατά για να μ ακούσεις αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Δεν είχα φανταστεί ότι μια μέρα θα τελείωνε. Ότι όλη αυτή η χαρά θα γινόταν μια χαζή φωτογραφία δύο αγνώστων που δεν έχουν πια να μοιραστούν τίποτα.



Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2016

Γ. Μέσα= Έξω

             Από πάνω φοράω φτηνό μακό. Από αυτά των πολυκαταστημάτων που η τιμή τους λήγει πάντα σε ...,99. Φοράω παντελόνι σκέτο μαύρο χωρίς ραφές και παπούτσια φτηνά κι αυτά, πάνινα, με λαστιχένια σόλα. Στα λέω όλα αυτά για να καταλάβεις ακριβώς. Όσα δείχνει η όψη μου είναι όσα υπάρχουν κι από μέσα. Λαστιχένια φτηνά αντικείμενα που τ' αγοράζω στην ανάγκη μέχρι να ξεμείνω. Δειλά πράγματα που δεν έχουν το θάρρος να στρογγυλοποιήσουν το 11,99 σε 12. 

            Θέλω να σου εξηγήσω. Να μη νομίζεις ότι κυνηγάω τις συμφορές. Να με πιστέψεις ότι εκείνες με συναντάνε. Και δεν είναι θάνατοι, ούτε τερατογενέσεις, ούτε ανίατες αρρώστιες. Είναι λόγια που φαρμακώνουν και βλέμματα που τρυπάνε και χειρονομίες που δείχνουν ότι τίποτα δεν είναι όπως παλιά. Γιατί εμένα αυτά είναι το βαρύ μου φορτίο. Αυτές οι φράσεις που οι άλλοι ξεστομίζουν εύκολα κι εγώ τις αναλύω για μήνες. Οι άπειρες μουσικές που λένε ψέματα και το χάος των γραμμένων φύλλων.

              Ξέρω πως σου είναι δύσκολο να καταλάβεις. Θα λες ότι υπερβάλλω. Θα λες, μεγαλοποιώ τα πάντα. Κι εγώ μερικές φορές ξεχνιέμαι. Λέω πως φύγαν όλα αυτά και με ξεχάσαν πίσω τους. Τα μνημονεύω όμως εγώ. Και τα σκέφτομαι τη νύχτα. Και ναι, δεν μπορώ χωρίς αυτά. Δε μου ταιριάζει το επίπεδο. Γι αυτό αν έχω μπροστά μου θάλασσες γαλήνιες θα βρω ένα βράχο που διαβρώνεται. Κι αν έχω αγάπη πολύ θα υπονοήσω ψεύτικα κίνητρα για να μη νιώθω τυχερή.

          Είμαι αρκετά αδύνατη αλλά έχω φουσκωτή κοιλιά. Στο λέω για να καταλάβεις πως είναι η καρδιά μου. Αδύναμη και λεπτή με μικρά εξογκώματα που αναπνέουν ακόμα. Ότι βλέπεις απ' έξω να θεωρείς ότι υπάρχει και μέσα. Να μη νομίζεις ότι ένα παλιό, χαλασμένο κουτί μπορεί να κρύβει μέσα του ένα πολύτιμο κι ακριβό αντικείμενό, αυτό αποκλείεται.

          Θέλω να μου δώσεις- αν έχεις- απαντήσεις. Αναρωτιέμαι πόσα ηλιοβασιλέματα προλαβαίνω να δω. Πόσους ανθρώπους προλαβαίνω να χαρώ πριν φύγουν. Και πόσα σώματα μπορώ να κάνω δικά μου πριν αρχίσει ο χρόνος να τα παραμορφώνει.



             

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2016

Ενότητα 2η- Σύμφωνα. Β. Mummy Gone



      Δεν ήξερα ότι το μανικιούρ θα κρατήσει περισσότερο από τη μαμά. Μια εβδομάδα αφού βγήκα από το "ΙΡΙΔΑ SPA" στον Ευαγγελισμό (Ναϊάδων 5), τα νύχια μου είχαν ακόμη αυτό το λαμπερό κοραλί χρώμα αλλά η μαμά είχε σβήσει.
      Δεν μπορούσα να αντέξω σ΄ αυτή τη σκέψη. Πως γίνεται η ζωή να κρατάει λιγότερο από ένα κιτσ βερνίκι νυχιών. Δεν μπορούσα καν να τη μοιραστώ με τη μαμά, γιατί δεν απαντούσε στα τηλεφωνά μου.
     Από τότε σε κάθε μου έναρξη σκέφτομαι πως είναι θέμα χρόνου να συμβεί μια οποιαδήποτε λήξη. Έχω μάθει να ελέγχω τα πάντα αλλά μερικές φορές δεν προλαβαίνω να τα προλάβω.
      Αν είχα καταλάβει από πριν ότι η μαμά διένυε την τελευταία της ημέρα στο πατρικό μας σπίτι, δεν θα είχα πάει "για νύχια". Θα είχα πάει στο πατρικό μας σπίτι για να μπορέσω να απολαύσω τη στιγμή που άπλωνε την τελευταία της μπουγάδα ή να τη δω για μια ακόμη φορά να κόβει τις σαλάτες σε αριστοτεχνικά λεπτά μαρουλόφυλλα. Θα πήγαινα εκεί, στο φυσικό της χώρο, να θαυμάσω τον τρόπο που σφουγγαρίζει και μετά πατάει στις μύτες των ποδιών για να διασχίσει το σφουγγαρισμένο πάτωμα χωρίς να το πληγώσει.
      Η μαμά πίστευε πως όσο καλύτερα διπλώνεις τις πετσέτες του προσώπου, είσαι τόσο πιο πολύ "εντάξει". Μέσα από το καλοτριμμένο της καρότο ήθελε να αποδείξει ότι αξίζει μία θέση στη μίζερη επαρχία όπου μεγάλωσε. Τοποθετούσε ξανά και ξανά τα μαξιλάρια με μαθηματική ακρίβεια δεξιά και αριστερά του καναπέ, για να τη βαθμολογήσει κάποιος με "άριστα 10".
      Την ώρα που η μανικιουρίστ μου περνούσε το πρώτο χέρι της κοραλί βαφής, η αντίστροφη μέτρηση για τη μαμά είχε ήδη ξεκινήσει. Εγώ χάζευα το κινητό μου με το ένα χέρι σταθερό προς τη μεριά της και ξεφυσούσα από βαρεμάρα σαν κακομαθημένο κοριτσάκι βασιλικής οικογένειας ενώ η μαμά ανέπνεε πλέον τις τελευταίες της φορές.
      Από τη μέρα εκείνη ευχήθηκα πολλές φορές να με είχε παρασύρει ένα επιπόλαιο smart καθώς έβγαινα από το "ΙΡΙΔΑ SPA" επί της Βασιλίσσης Σοφίας. Να μη δει ούτε εμένα, ούτε το κακομαθημένο κοραλί νύχι και να με πάρει μαζί του στην πρώτη εύκαιρη νησίδα. Έτσι δε θα είχε χρειαστεί να είμαι εκεί και να δω αυτές τις ατημέλητες σαλάτες από χοντροκομμένο λάχανο που κάποιος τόλμησε να βάλει στα μπολ της μαμάς, ούτε θα είχε χρειαστεί να αντικρίσω τον πατέρα μου με αυτό το τσαλακωμένο πουκάμισο.
      Ήμουν όμως τελικά εκεί. Αποχαιρέτησα τη μαμά με επίσημα κοραλί νύχια που απειλούσαν να κρατήσουν "σίγουρα τρεις εβδομάδες". Και κατάλαβα πόσο αστεία λέξη είναι το "ημιμόνιμο". Η μαμά δεν ήταν ημιμόνιμα απούσα, είχε προφανώς φύγει για πάντα.








Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

Ι. souper unhero.




              Θα ήθελα να είμαι ένας σούπερ ήρωας. Να βγάζω ιστούς και φωτιές απ' το στόμα. Να πηδάω από τις γέφυρες και να προσγειώνομαι στο έδαφος χωρίς να χαλάσει καν το χτένισμά μου. Αντί γι αυτό έχω ένα κορμί που σκεβρώνει στο κρύο. Ένα ζευγάρι μάτια πλαισιωμένο από μαύρους κύκλους και αλμυρά δάκρυα. Τι να κάνω μ αυτή τη μέση που πονάει απ την ορθοστασία; Τι να καταφέρω μ' ένα μυαλό που κολλάει σε λέξεις και σε θλιβερές εικόνες; Δε θα μπορέσω ποτέ να φτάσω εκεί που θέλω. Γιατί δεν έχω κανένα μαγικό σπαθί ούτε το τσαντάκι του Sport Billy. Έχω δυο τρεις εντυπωσιακές φράσεις που ξεπατίκωσα κάποτε από ένα βιβλίο ποιημάτων. Και τη στερνή γνώση κάποιων ξένων που διάβασα σε κάτι αυτοβιογραφίες. Έχω μόνο δυο μεγάλα γοητευτικά μάτια χτυπημένα αλύπητα από τη μυωπία. Κι ένα γόνατο που πονάει όταν κατεβαίνω γρήγορα τις σκάλες. Έχω μαλλιά με ψεύτικη μπογιά. Και μια μικρή σκολίωση. Και μερικές δεκάδες δόντια που μου τα χουν χτίσει απ' την αρχή τρεις ολόκληρες φορές το καθένα. Δεν έχω φτερά ή βέλη. Δεν έχω πράσινο μαγικό καπέλο. Έχω κολλημένα κύτταρα που κάθε πρωί λένε 'μπορείς να τα καταφέρεις' και κάθε βράδυ φωνάζουν 'δεν τα κατάφερες'. Έχω παλιούς πόνους που δε φεύγουν. Έχω πληγές που στάζουν αίματα και θλίψη για όσα δεν έκανα και λέξεις- κλειδιά που στο άκουσμά τους καταρρέω.   

Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Ω. Ας ήσουν εδώ

Η πόλη κοιμάται κι εσύ χορεύεις στη σκέψη μου σαν ξέφρενο καλοκαιρινό βράδυ. Η πιο σκληρή στιγμή μου είναι όταν πέφτω στο κρεβάτι και σκέφτομαι πως θα ήταν αν ξαπλώναμε μαζί. Τίποτα πιο περίεργο απ' το να μπερδεύεις το άυλο με την επιθυμία του απτού. Το άδειο πλάι σου, με τη λαχτάρα για μια συγκεκριμένη αγκαλιά. Άραγε αν ήξερες πόσες ώρες τη μέρα ξοδεύω για να σε σκέφτομαι, θα ένιωθες μια μικρή ζέστη στην καρδιά σου;




Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

Η. Ενδοσκόπηση


Δεν είμαι αυτό που θέλεις- στο υπογράφω. Μιλάω εκκωφαντικά και κάποιες φορές βρίζω. Φοράω πολύ ανοιχτά χρώματα και πίνω πολύ. Νομίζεις πως είμαι κοινωνική και χαμογελαστή. Λάθος. Έχω πολλές ανασφάλειες και όταν έχω νεύρα “την πληρώνει” όποιος βρίσκεται πιο κοντά. Δε ζητάω συγνώμη και δεν παζαρεύω το δίκιο μου. Μερικές φορές κλαίω πάνω σου και δεν ξέρεις τι να με κάνεις. Θα μπορούσες εκείνη τη στιγμή να κάνεις τα πάντα αρκεί να μην ακούς αυτό το ανυπεράσπιστο κλαψούρισμα. Φοβάμαι τα σκυλιά και παραβράζω τα μακαρόνια. Όταν έχω τις μαύρες μου, δε μιλιέμαι. Ξέρω πως οι άνθρωποι έχουν πιο σοβαρά προβλήματα από τα δικά μου αλλά δε με νοιάζει. Ντρέπομαι να χορέψω. Να κάνω φιγούρες και να αφεθώ. Γιατί, δε θέλω να τα κάνω χειρότερα από τους άλλους. Βρές μου οτιδήποτε στο οποίο θα μπορούσα να είμαι η καλύτερη και θα το κάνω. Ακόμα κι αν πεις να καθαρίζω τσόφλια από φυστίκια ή να βγάζω τις ετικέτες από άδεια βαζάκια με πάστα ελιάς. Νομίζεις πως είμαι ικανή και καταφερτζού. Δεν είμαι. Όταν πρέπει να πάρω ένα σοβαρό τηλέφωνο κάνω εκατό πρόβες κι όταν μ' αδικούν λέω “ευχαριστώ που μου δώσατε αξία με το να με αδικήσετε”. Δούλεψα σκληρά για να φτιάξω ένα ωραίο κατασκεύασμα και ναι, σ ' αυτό είμαι καλή. Να φτιάχνω επιδέξιες κοινωνικές πανοπλίες. Όλες τις φορές που χαμογελάω είναι σα να έχω ένα κομμάτι πηλό στα χείλια μου και νιώθω πως αν τραβήξω το χαμόγελό μου λίγο περισσότερο, θα σπάσει. Κοροϊδεύω τα “σ'αγαπώ” και τα “μου λείπεις”. Γιατί δε μ αγαπάει κανείς και σε κανέναν δε λείπω. Παρόλα αυτά δεν είμαι ψεύτικη. Κι όταν δε λέω σ' αγαπάω εννοώ πως σ αγαπάω δύο και τρείς φορές περισσότερο από αυτό που λέει η λέξη. Πάντα ήθελα να φυτρώσουν μικρά φτερά στην πλάτη μου αλλά δεν τα κατάφερα. Απέσπασα όμως κάποια χλιαρά κοπλιμέντα. Περιμένω τη συμφορά όπως τα παιδάκια περιμένουν να πετάξουν το χαρταετό.

Γιατί δεν ξέρω τι μου γίνεται. Και γιατί, όσους τρόπους κι αν δοκίμασα, πάντα όλα τα έφτασα μέχρι το περίπου.

Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

Υ. Γλυκιά μου





Μικρά βαθουλωμένα μάτια και μεγάλη περήφανη καμπούρα  

Γυρνάς μες το σπίτι, διπλωμένη στα δύο, χαστουκίζεις τους τοίχους για να στηριχτείς

Ξεχνάς και με ρωτάς συνέχεια τα ίδια, μα δεν ξεχνάς ποτέ ν ανάψεις το καντηλάκι σου

Κάθε βράδυ λες πως προσεύχεσαι για μένα και σε φαντάζομαι γονατιστή να παρακαλάς έναν αστείο κοντόχοντρο θεό να μου στείλει τον ‘’καλύτερο γαμπρό για να με καμαρώσεις στο πλάι του’’

Αχ ρε γιαγιούλα μου, να μπορούσα κι εγώ να προσευχηθώ στους Αγίους σου, να μπορέσεις να ξαναπάς έστω και για μία μέρα μέχρι τη Φωκίωνος Νέγρη, με τη φίλη σου την Ευτυχία, χωρίς να σε βαστάω και να μου γλιστράς προς το έδαφος

Να μπορούσα να ηχογραφήσω τα Σ αγαπώ που μου λες με τη χωριάτικη προφορά σου

Να μπορούσα να ρεφάρω για όλες τις φορές που σου φώναξα άδικα και δεν είχα υπομονή να απαντήσω σε όλες σου τις αφελείς ερωτήσεις

Τι θα φάω κι αν θα βρέξει, αν μας άναψαν τα καλοριφέρ κι αν έβαλα κύβο κνορ στο ρύζι,

Τώρα θέλω να απαντήσω σε όλα αυτά γιαγιά μου, αλλά καθυστέρησα πολύ, τώρα δεν τα καταλαβαίνεις

Τώρα με κοιτάς και δεν ξέρεις ποιά είμαι, πως μπορείς να μου το κάνεις αυτό ρε γιαγιά

Πως θα μου φτιάξεις τώρα φέτες με νερό και ζάχαρη μ αυτά τα χέρια που τρέμουν

Με συγχωρείς που σε άφηνα τόσα χρόνια να κοιμάσαι μόνη; Που ενώ εσύ μου μαγείρευες κάθε μα κάθε μέρα εγώ το μόνο που έκανα ήταν να σου φέρνω σπανακόπιτες απ’ έξω; Δεν μπορούσα να κοιμάμαι σπίτι σου γιαγιά. Αλήθεια. Είχα να ζήσω έρωτες και καυγάδες και βραδιές με πολύ κρασί και χαζά αστεία. Ήθελα να ζήσω σαν όμορφη κοπέλα. Να λένε όλοι πως είμαι όμορφη και μετά να σε παίρνω να με ξεματιάζεις. Τι να τα κάνω τώρα όλα αυτά; Πώς να δεχτώ ότι μεγάλωσαν τόσο τη μοναξιά σου

Παλιά μου έλεγες να μην κλαίω για να μην χαλάσουν τα μάτια μου. Αν είναι να φτιάξουν τα πόδια σου, ανταλλάζω τα μάτια μου. Τουλάχιστον δε θα σε βλέπω να πέφτεις κάτω και να τραβάς το κρεβάτι για να σηκωθείς

Σ αγαπώ πολύ γιαγιούλα μου. Δεν μπόρεσα να σου προσφέρω τίποτα περισσότερο από αυτή την ηλεκτρονική κορνίζα με τις φωτογραφίες όλων. Και να με παίρνεις κάθε μέρα να μου λες «σας είδα πάλι όλους σήμερα» κι εγώ να μην απαντάω.

Καληνύχτα γλυκιά μου